Σάββατο 7 Ιουνίου 2014

«Το τάβλι» στο «Θέατρο Οδού Κυκλάδων»



Στο «Θέατρο της οδού Κυκλάδων», που σήμερα μνημονεύει το όνομα του αλησμόνητου Λευτέρη Βογιατζή, ο οποίος το λάμπρυνε με τις σπουδαίες σκηνοθεσίες και ερμηνείες του, μεταμορφώνοντας τη μικρή και στερούμενη τεχνικές δυνατότητες σκηνή του σε «εστία» καλλιτεχνικής υψηλότατης «στάθμης» (ρεπερτοριακά, μεταφραστικά, σκηνοθετικά, σκηνογραφικά, υποκριτικά), παρουσιάζεται το μονόπρακτο του Δημήτρη Κεχαΐδη «Το τάβλι» (παραγωγή του «Ακροπόλ»), με ερμηνευτές και συνυπογράφοντες τη σκηνοθεσία τους Νίκο Κουρή και Μάκη Παπαδημητρίου.

Όποιος εκτίμησε τη μεγάλη καλλιτεχνική «στάθμη» του Λ. Βογιατζή προσδοκά τη στέγαση παραστάσεων που θα σέβονται την «παράδοσή» του, πραγματικά, και όχι με ανούσια, αλλοπρόσαλλα, δήθεν «πειραματικά» κειμενικά, σκηνοθετικά και υποκριτικά «παιχνιδάκια». 


Πρωτίστως το έργο του Κεχαΐδη, αλλά και η «ανάγνωσή» του, από τους ηθοποιούς και συνυπογράφοντες τη σκηνοθεσία (είναι η δεύτερη «ανεξάρτητη» παράσταση στο «Θέατρο της οδού Κυκλάδων») είναι παράδειγμα σεβασμού στην καλλιτεχνική «παράδοση» του Λ. Βογιατζή. 

Ο Κεχαΐδης -ένας μεταξύ των κορυφαίων μεταπολεμικών δραματουργών μας- γεννημένος (1933) και μεγαλωμένος στα Τρίκαλα, γνώριζε και συμμεριζόταν τη φτώχεια της τρικαλινής αγροτιάς και εργατιάς, τον ξεριζωμό της -«αστυφιλία» τον ονόμαζαν οι κρατούντες-, την προλεταριοποίηση και το βιοποριστικό αγώνα της στα εμφυλιακά και μετεμφυλιακά χρόνια, αλλά και τη δεκαετία του 1960. 

Από το 1958, που τον «ανακάλυψε» το «Θέατρο Τέχνης» (αυτό ανέβασε όλα τα έργα του, εκτός του τελευταίου, «Με δύναμη από την Κηφισιά», που το πρωτοανέβασε ο Λ. Βογιατζής), η δραματουργία του Κεχαΐδη απασχολήθηκε με τη φτώχεια, τη βασανιστική καθημερινότητα, την αγωνιώδη προσπάθεια του στερημένου λαϊκού ανθρώπου να ζήσει καλύτερα και τα προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. 

Ο ολιγογράφος Κεχαΐδης γράφει εν μέσω δικτατορίας τα μονόπρακτα «Η βέρα» και «Το τάβλι» (ανεβάστηκαν μαζί το 1972, στο «Θέατρο Τέχνης»). 


Ο Κεχαΐδης στο «Τάβλι» (έργο, που θεματολογικά και δραματουργικά θεωρείται σταθμός της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας) έπλασε με ρεαλιστική -χαρακτηρολογική και ψυχογραφική-  ακρίβεια, δύο «οικεία» λαϊκά πρόσωπα. Τον Κόλια που, πουλώντας λαχεία, προσπαθεί να επιζήσουν αυτός, η γυναίκα του και ο φιλοξενούμενος στο σπίτι του, άνεργος κουνιάδος του, Φώντας. 

Δυο φτωχαδάκια, που ψευτοπαρηγορούν την «άμοιρη» ζωή τους παίζοντας τάβλι, στην αυλίτσα του νοικιασμένου φτωχόσπιτου όπου ζουν, και κάνοντας φρούδα «όνειρα». Ο Κόλιας να γράψει και να εκδώσει τις μνήμες του από την Εθνική Αντίσταση, ενώ ο Φώντας, κάθε τόσο φαντασιοκοπεί για το στήσιμο μιας επικερδούς «μπίζνας». 


Αποδεδειγμένα πολύ ταλαντούχοι, οι δύο ηθοποιοί με τη συμβολή των συνεργατών τους (Ελλη Παπαγεωργακοπούλου - σκηνικό, κοστούμια, Νίκος Βλασόπουλος - φωτισμοί, Μίνωας Μάτσας - μουσική), με τη λιτά ρεαλιστική και χυμώδους χιούμορ σκηνοθεσία τους, και βέβαια με την εύστροφη εκφραστικότητα και τη διαφορετική υποκριτική ιδιοσυγκρασία τους (τη μελαγχολική «χροιά» του Νίκου Κουρή - Κόλιας - και την έμφυτης χάρης κωμικότητα του Μάκη Παπαδημητρίου - Φώντας) υπηρέτησαν την επικαιρότητα του έργου και ερμήνευσαν απολαυστικά τους ρόλους τους.

Από τη στήλη "ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ"  του  Ριζοσπάστη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου